Στη σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα, το ζήτημα της υποστήριξης των παιδιών με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (ΕΕΑ) παραμένει κρίσιμο. Παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει για την ενσωμάτωσή τους στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα, πολλά παιδιά εξακολουθούν να μένουν δίχως την απαραίτητη υποστήριξη, ιδιαίτερα στη δεύτερη βαθμίδα εκπαίδευσης. Τα τμήματα ένταξης συχνά είναι η μοναδική μορφή υποστήριξης που λαμβάνουν, γεγονός που καθιστά επιτακτική την ανάγκη για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία τους.
Η ΣΑΚΕΑ (Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία Ελλάδας) προτείνει σειρά μεταρρυθμίσεων προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των τμημάτων ένταξης. Σήμερα, οι προκλήσεις είναι πολλές: οι εκπαιδευτικοί συχνά δεν διαθέτουν την κατάλληλη εκπαίδευση και κατάρτιση για να αντιμετωπίσουν τις ιδιαίτερες ανάγκες των μαθητών τους. Επιπλέον, τα τμήματα ένταξης δεν είναι πάντοτε επαρκώς στελεχωμένα, και η επικοινωνία μεταξύ των δασκάλων και των γονέων είναι συχνά περιορισμένη.
Αναλυτικά όσα ζητάει η ΣΑΚΕΑ
Για την ανάγκη αλλαγών στη λειτουργία των Τμημάτων Ένταξης με μεταρρύθμιση των σχετικών δομών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, κάνει λόγο σε έγγραφό του ο Σύλλογος Αναπληρωτών Καθηγητών Ειδικής Αγωγής (ΣΑΚΕΑ). Τα τμήματα ένταξης αποτελούν έναν επιτυχημένο θεσμό που δίνει τη δυνατότητα σε πολλά παιδιά με αναπηρίες ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες να φοιτούν στο γενικό σχολείο. Κι αυτό, διότι, όπως απέδειξε η πράξη, στα τμήματα ένταξης στην Ελλάδα φοιτούν παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες (πχ. δυσλεξία) ή που δεν προβλέπεται η υποστήριξή τους από τη νομοθεσία, όπως μαθητές/μαθήτριες που εκκρεμεί αξιολόγηση από τα ΚΕΔΑΣΥ ή παιδιά με μεταναστευτικές βιογραφίες. Ειδικά μετά τη νομοθεσία 3699/2008 έγιναν σημαντικές προσπάθειες ενίσχυσης των συγκεκριμένων δομών, γεγονός που αναγνωρίζεται από την εκπαιδευτική κοινότητα και τους γονείς/κηδεμόνες των παιδιών. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η ίδρυση τμημάτων ένταξης δεν φαίνεται να ιεραρχείται ως προτεραιότητα για την ενίσχυση της ειδικής αγωγής και της ενταξιακής εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στη βάση επίσημων στοιχείων από το Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, μόνο το 1/3 των παιδιών που παρακολουθούν τα τμήματα ένταξης στην πρώτη βαθμίδα της εκπαίδευσης συνεχίζουν να φοιτούν στην οικεία δομή στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Ειδικότερα, τα τελευταία χρόνια εκδόθηκαν μόνο δύο (2) εγκύκλιοι που αφορούσαν στην υποβολή προτάσεων για ίδρυση τμημάτων ένταξης (Αρ.Πρωτ. 36380/Δ3, 2019 & Αρ.Πρωτ.: 48132/Δ3, 2021) που όριζαν ως προϋποθέσεις για την ολοκλήρωση της αίτησης τη συνεργασία μεταξύ σχολείων και τοπικής αυτοδιοίκησης (δήμων), την αξιοποίηση των ήδη υφιστάμενων τμημάτων ένταξης, καθώς και την ύπαρξη κατάλληλων κτιριακών υποδομών. Ο συνδυασμός όλων αυτών των παραγόντων είναι φυσικό πως δημιουργεί περαιτέρω κωλυσιεργία στην ολοκλήρωση των διαδικασιών ίδρυσης τμημάτων ένταξης. Πολλά, δε, σχολεία επικαλούνται συχνά την έλλειψη διαθέσιμων αιθουσών, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τη νομοθεσία 4368/2016 (αρ. 82) που προβλέπει την υποστήριξη από εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής εντός της τάξης της γενικής εκπαίδευσης.
Όλα τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα πολλά παιδιά να παραμένουν δίχως υποστήριξη στη δεύτερη βαθμίδα της εκπαίδευσης, καθώς τα τμήματα ένταξης είναι συχνά η μοναδική υποστήριξη που λαμβάνουν από τα γενικά σχολεία τα παιδιά με αναπηρίες, ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή με ευαλωτότητες. Έτσι, πολλά παιδιά αναγκάζονται να αλλάζουν περιοχή, ώστε να αναζητούν σχολεία όπου υφίστανται τμήματα ένταξης.
Στην προσπάθεια τα τμήματα ένταξης να λειτουργήσουν ως θεσμός που δεν στιγματίζει τα παιδιά αλλά υποστηρίζει τις ανάγκες τους, ο σύλλογος εισηγείται τα παρακάτω:
-Άμεση δημιουργία τμημάτων ένταξης σε κάθε Γυμνάσιο, Λύκειο, ΕΠΑΛ ώστε να μπορούν όλα τα παιδιά να πηγαίνουν στο σχολείο της γειτονιάς, μαζί με τους ομηλίκους τους.
-Να αφαιρεθεί ως προϋπόθεση για την ίδρυση τμημάτων ένταξης ο αριθμός των επίσημων (τριών) αξιολογικών εκθέσεων, καθώς πολλά παιδιά μολονότι φαίνεται να παρουσιάζουν πρόσθετες ανάγκες υποστήριξης δεν έχουν διαγνωσμένη αναπηρία.
-Τα τμήματα ένταξης να καταστούν χώρος όπου όλοι οι μαθητές/όλες οι μαθήτριες να μπορούν να παρακολουθούν, ως μια επιπλέον εύλογη προσαρμογή στη βάση της παιδαγωγικής της ενταξιακής εκπαίδευσης (inclusive pedagogy).
-Άμεση συμπερίληψη των εκπαιδευτικών των τμημάτων ένταξης (και της παράλληλης στήριξης) στην Επιτροπή Διεπιστημονικής Υποστήριξης, ώστε να αναγνωρίζονται άμεσα οι εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών και οι παρεμβάσεις να γίνονται άμεσα εντός του σχολείου.
-Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών/διευθυντών/διευθυντριών/συμβούλων εκπαίδευσης στη νέα νομοθεσία της ενταξιακής εκπαίδευσης (Ν.4368/2016, αρ. 82· Νόμος 4547/2018· Ν. 4823/2021) στη βάση της αξιοποίησης πρακτικών που αυτή υιοθετεί (πχ. συνδιδασκαλία).
-Επαναξιολόγηση του αριθμητικού ορίου των μαθητών/μαθητριών με αξιολογική έκθεση από τα ΚΕΔΑΣΥ για την τοποθέτηση εκπαιδευτικών τμημάτων ένταξης, ώστε τα παιδιά να υποστηρίζονται σε όλες τις ώρες που εισηγείται το ΚΕΔΑΣΥ και σε κάθε διδακτικό αντικείμενο.